Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

Κεφάλαιο 1: Το παράλογο


"Εξυμνώ τον άνθρωπο μπροστά σ' εκείνο που τον συντρίβει και η ελευθέρια μου, η επανάσταση μου και το πάθος μου συγκεντρώνονται τότε σ' αυτή την ένταση, σ' αυτήν τη σκέψη και σ' αυτή την αμέτρητη επανάληψη. Ναι, ο άνθρωπος είναι το ίδιο του το τέλος. Κι αυτό είναι το μοναδικό του τέλος. Αν θέλει να είναι κάτι, είναι σ' αυτήν τη ζωή"

Αλμπέρ Καμύ "Ο μύθος του Σίσυφου"

Ήταν νύχτα μαγεμένη, ονειρική. Τα αστέρια έλαμπαν και είδα ξεκάθαρα ένα να πέφτει και να φωτίζει την πλάση. Ξεκάθαρα. Δροσερό αεράκι φύσαγε παίρνοντας μαζί του και τα όρια του νου. Ποιος γνωρίζει το μέλλον και ποιος ζει στο παρελθόν; 

"Μόνο το τώρα υπάρχει, μόνο το τώρα".

Έτσι μίλησε ο άνεμος μα η φωνή του δεν έφτασε στ' αυτιά μας. Έτσι μιλούσε και ο καιρός μας εμείς δεν ήμασταν έτοιμοι να τον δεχτούμε. Ερχόταν ο χειμώνας και νομίζαμε πως είναι ακόμα καλοκαίρι. Βλέπεις, ξεγελαστήκαμε από την ηλιοφάνεια. Το κρύο όμως φώλιαζε για τα καλά στις ψυχές μας. Και η ελπίδα, αυτή η καταδίκη του ανθρώπου, αυτό το συστατικό της επίπλαστης και εύθραυστης ευτυχίας μας να συνταιριάζει τον καιρό με την ψυχή μας, να καθορίζει τη σκέψη και την ενοχή μας. 

Μιλήσαμε για το εγώ και το εμείς. Μιλήσαμε μα κανείς δεν μας άκουσε. Σαν να ήμασταν η φωνή του ανέμου, σαν να ήμασταν ο καιρός. Κι έτσι μεσ' τον παραλογισμό της φύσης κατέληξαν δύο ξεραμένα φύλλα στην άκρη του πεζοδρομίου μια παραλλαγή των παραλλαγμένων παραλληλογράμμων της παράλληλης παραδοξολογίας  του νου μας. Που να φανταζόταν κανείς ότι τα τείχη που μας περιτριγύριζαν θα ορθώνονταν ξαφνικά ανάμεσα και μπροστά μας; Πώς να συνειδητοποιήσει κανείς τις λευκές επιταγές ονείρων που γίνονταν ξαφνικά μικρά κομμάτια λευκού χαρτιού ίσως άχρηστα για γράψιμο μα πάντα χρήσιμα για κάτι; Ποιος θα ήταν αυτός που θα επέβαλλε τους κανόνες και θα καθόριζε το χώρο και το χρόνο του παιχνιδιού;

Έχω ακούσει πως τα όρια του νου είναι ανυπέρβλητα. Πως μικροί νευρώνες μέσα στον εγκέφαλο μεταφέρουν πληροφορίες που καθορίζουν τα "μη", τα "πρέπει" και τα "θέλω" μας. Διάφορες ουσίες που εκκρίνονται εκρήγνυνται  μέσα στο μυαλό μας δημιουργώντας πληθώρα αντιθετικών παραγόντων που ξαφνικά συγκλίνουν και παίρνουν μορφή, σάρκα και οστά και δημιουργούν μια εικόνα στο μυαλό μας.

Και αυτή η εικόνα εκφράζεται με το λόγο, εκφράζεται με τις λέξεις. Η σκέψη αλλότρια προς εμάς γίνεται τότε δυνάστης που μας ορίζει. Γίνεται ένα εγώ, ένα υπερεγώ, ένας κριτής που βρίσκεται μέσα μας και  δικάζει συνεχώς κάθε λέξη και κάθε πράξη μας. Και το δικαστήριο αυτό είναι αμείλικτο. Είναι το αυστηρότερο δικαστήριο του πλανήτη και οι ποινές που επιβάλλει είναι οι αυστηρότερες που μπορεί να φανταστεί κανείς.

Μα το χειρότερο από όλα είναι η φυλακή. Η φυλακή του νου και της ψυχής. Γιατί βρίσκεται μέσα μας. Και για να ξεφύγεις πρέπει ή να καταφέρεις να πείσεις τον δικαστή για την αθωότητα σου ή να τον ξεγελάσεις παλεύοντας με κύματα θεόρατα στη μέση του ωκεανού, νύχτα, ενώ γύρω σου κολυμπούν αιμοβόροι καρχαρίες έτοιμοι να σε κατασπαράξουν.

Κι όμως ακόμα και αυτό είναι εφικτό. Γιατί αυτή είναι η δύναμη του ανθρώπου.

Άλλους πάλι δεν τους νοιάζει. Αγαπούν τη φυλακή. Τους αρέσει η φυλακή τους γιατί δεν την κατανοούν. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι ζουν σε ένα κλουβί. Έτσι με την ομορφιά της συνήθειας, με τη συνήθεια της ρουτίνας, με τη ρουτίνα της καθημερινότητας φωλιάζουν σε όνειρα που τους έχουν επιβάλλει αδυνατώντας να καταλάβουν (ίσως να μη θέλουν, ίσως να μην μπορούν) ότι το παιχνίδι είναι στημένο για να είναι στα μέτρα τους. Και αυτό το ονομάζουν ευτυχία.

Όμως έρχεται μια μέρα, που ακόμα και αυτοί κοιτάζουν πίσω και κατανοούν πως την ζωή που έζησαν, δεν την βίωσαν. Την άφησαν απλά να περάσει. Μα τότε είναι πια αργά...

Υπό αυτή την έννοια, είμαστε τυχεροί. Η τύχη είναι με το μέρος μας. Με εμάς που παλεύουμε κάθε  μέρα με το χάος και όχι με αυτούς που δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξη του. Και όσο κι αν τελικά μοιάζει παράλογο μπορούμε να ισχυριστούμε πως είμαστε πραγματικά ευτυχισμένοι.

Γιατί καταφέρνουμε κάθε μέρα , κάθε ώρα, κάθε λεπτό, να "γινόμαστε αυτό που είμαστε"

Και τώρα, ήρθε πάλι μπροστά μου. Ξεπηδά σαν νυχτερινή βροχή που αφήνει τις σταλαγματιές της στο τζάμι του παραθύρου.

Και ξέρω πως θα την απολαύσω πάλι, ξέρω πως θα την απολαμβάνω κάθε φορά και ας γνωρίζω πως τίποτα δεν κρατάει για πάντα, ας γνωρίζω πως η ευτυχία είναι στιγμές και πως όσο παράλογο κι αν είναι τελικά αυτό, κρατάει μοναχά για λίγο...


Φωτογραφία: Henri Cartier-Bresson

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου